
Οι παρίσθμιες αμυγδαλές αποτελούν δύο δομές λεμφικού ιστού, μία δεξιά και μία αριστερά στο πλάγιο τοίχωμα του στοματοφάρυγγα εντός του αμυγδαλικού βόθρου και ανήκουν στο λεμφικό δακτύλιο του Waldeyer. Ονομάζονται «παρίσθμιες» γιατί εντοπίζονται στον ισθμό του φάρυγγα, δηλαδή στο σημείο μετάπτωσης από την στοματική κοιλότητα προς το στοματοφάρυγγα. Μαζί με τις υπόλοιπες δομές του δακτυλίου του Waldeyer (αδενοειδείς εκβλαστήσεις, γλωσσικές αμυγδαλές, σαλπιγγικές αμυγδαλές) αποτελούν την πρώτη γραμμή άμυνας της ανώτερης αεροπεπτικής οδού.
Σε κάποιες περιπτώσεις, οι παρίσθμιες αμυγδαλές αποκτούν μέγεθος μεγαλύτερο από το φυσιολογικό. Αυτή η κατάσταση χαρακτηρίζεται ως υπερτροφία των παρίσθμιων αμυγδαλών και συχνά ξεκινά από την νηπιακή ή παιδική ηλικία, συνεχίζεται στην εφηβική ηλικία, ενώ αρκετές φορές σταδιακά υποχωρεί κατά την ενήλικη ζωή. Ως αιτιολογικοί παράγοντες για ανάπτυξη υπερτροφίας των παρίσθμιων αμυγδαλών έχουν ενοχοποιηθεί ένα ή περισσότερα από τα εξής: γενετική προδιάθεση-κληρονομικότητα, υποτροπιάζουσες οξείες φλεγμονές, χρόνια φλεγμονή, ορμονικές διαταραχές. Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί ότι αν και είναι συχνή η συνύπαρξη υπερτροφίας παρίσθμιων αμυγδαλών και υποτροπιάζουσας οξείας αμυγδαλίτιδας, δεν είναι απόλυτο ότι υπάρχει πάντα αυτή η συσχέτιση.
Η διάγνωση τίθεται από το ιστορικό, την κλινική εξέταση και την επισκόπηση του στοματοφάρυγγα. Συμπληρωματικά, μπορεί να γίνει ρινοενδοσκόπηση και λαρυγγοενδοσκόπηση για τον πιο ολοκληρωμένο έλεγχο της ανώτερης αεροπεπτικής οδού. Ανάλογα με το βαθμό απόφραξης του ισθμού του στοματοφάρυγγα από την υπερτροφία των παρίσθμιων αμυγδαλών μπορεί να υπάρξει η ακόλουθη διαβάθμιση: υπερτροφία 1ου βαθμού (απόφραξη <25%), υπερτροφία 2ου βαθμού (απόφραξη μεταξύ 25-50%), υπερτροφία 3ου βαθμού (απόφραξη μεταξύ 50-75%), υπερτροφία 4ου βαθμού (απόφραξη >75%). Εργαστηριακές εξετάσεις αίματος μπορεί να έχουν θέση σε περιπτώσεις συνυπάρχουσας υποτροπιάζουσας οξείας αμυγδαλίτιδας, χρόνιας αμυγδαλίτιδας και σε υπόνοια αιματολογικών παθήσεων. Ο απεικονιστικός έλεγχος με αξονική ή μαγνητική τομογραφία μπορεί να επιλεχθεί σε περιπτώσεις μονόπλευρης υπερτροφίας της μίας παρίσθμιας αμυγδαλής και σε ταυτόχρονη υπόνοια κακοήθους παθολογίας.
Σε ήπιες περιπτώσεις, η μόνη θεραπευτική επιλογή μπορεί να είναι η τακτική παρακολούθηση του ασθενούς. Η χειρουργική επιλογή της αμυγδαλεκτομής υπό γενική αναισθησία (κατά κανόνα αμφοτερόπλευρης) έχει τις ακόλουθες ενδείξεις: ιστορικό επιπλοκών (τοπικών ή συστηματικών) οξείας αμυγδαλίτιδας, αρκετά συχνές υποτροπές οξείας αμυγδαλίτιδας, χρόνια αμυγδαλίτιδα, υπόνοια κακοήθειας, διαταραχή συντονισμού σίτισης-αναπνοής, διαταραχή καμπυλών ανάπτυξης, αποφρακτική υπνική άπνοια, ύπαρξη ειδικών φλεγμονών επί του αμυγδαλικού ιστού (σπάνια όπως φυματίωση). Η αμυγδαλοτομή (μερική αφαίρεση αμυγδαλικού ιστού) δεν έχει ιδιαίτερα συχνή εφαρμογή πλέον. Σε περιπτώσεις όπου το μόνο πρόβλημα του ασθενούς είναι η υπερτροφία των παρίσθμιων αμυγδαλών μπορεί να επιλεγεί ως θεραπευτική μέθοδος η σμίκρυνση των παρίσθμιων αμυγδαλών με χρήση ραδιοσυχνοτήτων υπό τοπική ή γενική αναισθησία.